Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2008

ΑΝΕΚΔΟΤΑ

Η Οικογένειά μου.......
Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΟΥ είναι μια πολύ αγαπημένη οικογένεια. Είναι ο αγαπημένος μου μπαμπάς, η αγαπημένη μου μαμά, ο αγαπημένος μου αδελφός και στον κάτω όροφο η αγαπημένη μου γιαγιά και ο αγαπημένος μου παππούς.
Τον αγαπημένο μου μπαμπά δεν τον βλέπω ποτέ, γιατί φεύγει το πρωί για τη δουλειά και γυρίζει τα μεσάνυχτα. Δηλαδή κανονικά γυρίζει στις 7.00 μ.μ., αλλά κάνει και πέντε ώρες γύρω γύρω το τετράγωνο μέχρι να βρει να παρκάρει. Κι όταν έρχεται δεν είναι και πολύ χαρούμενος και καθόλου δεν μοιάζει με τους μπαμπάδες των διαφημίσεων που μπαίνουν μέσα με δωράκια και σοκολάτες και τα παιδιά πηδάνε στην αγκαλιά του κι αυτός γελάει και τα στριφογυρίζει ψηλά. Εμάς λέει: «Άι σιχτίρι, το κωλοκράτος μου μέσα» και βροντάει τα κλειδιά στο συρτάρι.
Την αγαπημένη μου μαμά δεν τη βλέπω επίσης, γιατί κι αυτή δουλεύει αλλά έρχεται σπίτι με το λεωφορείο. Και μετά πλένει, σιδερώνει, σφουγγαρίζει, μαγειρεύει και βρίζει τον μπαμπά που δεν πήρε τυρί τριμμένο από το σούπερ μάρκετ. Και δεν μοιάζει καθόλου με τις μαμάδες των διαφημίσεων, γιατί δεν μαγειρεύει βαμμένη ούτε με ψηλοτάκουνα. Κι όταν λερώσουμε το μπλουζάκι με σοκολάτες δεν γελάει χαρούμενη που έχει το σωστό απορρυπαντικό, αλλά μας λέει: «Ε, βέβαια. Άμα έχετε τη δουλάρα.
Άντε βγάλ΄ το, τελείωνε, ΤΕΛΕΙΩΝΕ λέμε, την τύχη μου που στραβώθηκα και τον παντρεύτηκα».
Τον αγαπημένο μου αδελφό δεν τον βλέπω ποτέ, γιατί λείπουμε κι οι δυο στο σχολείο και μετά εκείνος πηγαίνει φροντιστήριο και μετά κλείνεται στο δωμάτιό του και μετά ανοίγει το κομπιούτερ του και μετά ψάχνει γυμνές κυρίες και μετά τις βρίσκει και μετά χαίρεται.

Ο μπαμπάς μου, η μαμά μου, ο αδελφός μου κι εγώ είμαστε μια πολύ αγαπημένη οικογένεια και κάθε Κυριακή μεσημέρι κάνουμε ένα πολύ αγαπημένο οικογενειακό τραπέζι κι εκεί έχουμε όλο τον χρόνο να τσακωθούμε μεταξύ μας. Ο μπαμπάς μαλώνει τον αδελφό μου που δεν διαβάζει αρκετά και μετά μαλώνει εμένα που δεν τα τρώω τα παντζάρια. Και μετά η μαμά μαλώνει τον μπαμπά μου γιατί μας μαλώνει, γιατί είναι «αντιπαιδαγωγικό» λέει. Και μετά η μαμά μου μαλώνει τον αδελφό μου που πετάει τα μποξεράκια του στη μοκέτα κι έχει και τη μέση της και μετά μαλώνει εμένα που θέλω να μου πάρουνε κινητό.
Και μου λέει: «Έκανε κι η μύγα κώλο και ζητάει κινητό». Κι εγώ της λέω: «Η Ευαγγελία γιατί έχει κινητό που είναι και 27 μέρες μικρότερη;». Κι η μαμά μου μού λέει: «Δεν με νοιάζει τι κάνει η Ευαγγελία, εμένα με νοιάζει τι κάνει το δικό μου το παιδί». Και φωνάζει και ο μπαμπάς τής λέει: «Τώρα που ουρλιάζεις εσύ, δεν είναι αντιπαιδαγωγικό;» Κι η μαμά τού λέει: «Δεν ουρλιάζω, συζήτηση κάνουμε». Κι ο μπαμπάς μου της λέει: «Ναι, έχεις δίκιο. Μπορεί στο ισόγειο να μη σε άκουσαν». Κι η μαμά του λέει: «Έχε χάρη που είναι τα παιδιά, αλλιώς θα σου ΄λεγα τώρα». Και δεν του λέει.
ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΚΑΝΕΝΑΣ δεν μιλάει για πολλή ώρα. Κι ακούγονται μόνο τα πιρούνια, τα μαχαίρια κι ο αδελφός μου που κάνει κλάπα κλούπα με τη γλώσσα του. Κι η μαμά τού λέει: «Δεν μπορείς να φας σαν άνθρωπος;» Κι ο αδελφός μου της λέει: «Σαν άνθρωπος τρώω». Κι η μαμά μου του λέει:
«Θα σε καλέσουνε σε κάνα σπίτι, ρεζίλι θα γίνουμε». Κι ο μπαμπάς μου της λέει: «Μπορείς να σταματήσεις μία στιγμή, ΜΙΑ, Μ-Ι-Α, αυτό το μπουρ μπουρ μπουρ, μες στ΄ αυτί μου. Έλεος δηλαδή, ΕΛΕΟΣ, Ε-Λ-Ε-Ο-Σ!». Κι η μαμά μου λέει: «Δεν φτάνει που έχω γίνει χίλια κομμάτια να σας υπηρετώ όλους εδώ μέσα, μια καλή κουβέντα να ακούσω, ΜΙΑ, Μ-Ι-Α». Κι ο μπαμπάς μου της λέει: «Έριξες πολύ αλάτι, λύσσα το ΄κανες». Κι η μαμά τού λέει: «Ορίστε, εκεί που μας χρωστάγανε, μας πήραν και το βόδι». Κι εγώ ρωτάω: «Πότε είχαμε βόδι και μας το πήρανε;». Κι ο αδελφός μου μού λέει: «Είσαι μαλακισμένο». Κι εγώ βάζω τα κλάματα και λέω: «Με λέει μαλακισμένο». Κι ο μπαμπάς μου του λέει: «Μη λες την αδελφή σου μαλακισμένο». Κι ο αδελφός μου λέει: «Αφού είναι;» Κι η μαμά μου λέει: «Και δεν θέλω να ακούω τέτοιες λέξεις εδώ μέσα». Κι ο αδελφός μου της λέει: «Όταν τις λέει ο μπαμπάς είναι καλά;». Κι η μαμά μου λέει στον μπαμπά μου: «Ορίστε, είδες το παράδειγμα που δίνεις στα ίδια σου τα παιδιά». Κι ο μπαμπάς μου λέει: «Μια μπουκιά δεν μπορούμε να φαρμακώσουμε σ΄ αυτό το σπίτι, ΜΙΑ, Μ-Ι-Α». Κι η μαμά μου του λέει: «Τι μπουκιά, εσύ δεν είπες είναι λύσσα; Κι άμα δεν σ΄ αρέσει, να πας να σου μαγειρεύει η Βιβή». Κι εγώ λέω: «Ποια είναι η Βιβή». Κι η μαμά λέει: «Ποια είναι η Βιβή, Μανώλη; Πες στο παιδί σου, στο σπλάχνο σου, στην κόρη σου ποια είναι η Βιβή, Μανώλη». Κι ο πατέρας μου λέει: «Η κυρία Βιβή είναι μια εξαίρετη συνάδελφος κι η μάνα σας είναι μια τρελή γυναίκα». Κι η μαμά λέει:
«Γι΄ αυτό γυρίζουμε μεσάνυχτα, Μανώλη; Επειδή η Βιβή είναι μια εξαίρετη συνάδελφος, Μανώλη;». Κι ο μπαμπάς λέει: «Γυρίζουμε μεσάνυχτα, διότι τα μεσάνυχτα βρίσκουμε να παρκάρουμε. Άντε να δούμε πού θα φτάσει ο πληθωρισμός πια». Κι η μαμά μου του λέει: «Έχε χάρη που είναι τα παιδιά, αλλιώς σου ΄λεγα εγώ». Κι ο μπαμπάς της λέει: «Τι θα μου ΄λεγες εσύ;». Κι η μαμά του λέει: «Το δισάκι μου στον ώμο, για τον δρόμο, για τον δρόμο, αυτό θα σου ΄λεγα εγώ». Κι εγώ λέω: «Έγιν΄ η βροχή χαλάζι, δεν με νοιάζει, δεν με νοιάζειειειειει». Κι ο μπαμπάς κι η μαμά μού λένε: «ΣΤΑΜΑΤΑ!!!» και σταματάω.
ΚΑΙ ΠΕΦΤΕΙ ΠΑΛΙ μια σιωπή, ντράγκα ντούγκα τα πιρούνια. Κι ο αδελφός μου λέει: «Έφαγα, πάω μέσα». Κι ο μπαμπάς μου του λέει: «Δεν έχει να πας πουθενά. Τώρα τρώμε όλοι μαζί σαν οικογένεια». Κι η μαμά μου λέει: «Έχει δίκιο ο πατέρας σου, να κάτσεις εκεί που κάθεσαι».
Και καθόμαστε όλοι εκεί που καθόμαστε.



Ελενα Ακρίτα
Ελληνίδα Μάνα
Χτυπάει το τηλέφωνο.
Η Ελληνίδα μάνα το σηκώνει κι ακολουθεί ο εξής διάλογος.
Ελληνίδα Μάνα: ...Ναι;
Κόρη: ...... Γεια σου Μαμά. Μπορείς να μου κρατήσεις τα παιδιά απόψε;
Ελληνίδα Μάνα: ..Θα βγεις;
Κόρη: .....................Ναι.
Ελληνίδα Μάνα: ..Με ποιον;
Κόρη: .................... Μ' ένα φίλο.
Ελληνίδα Μάνα: ..Ειλικρινά δε μπορώ να καταλάβω γιατί άφησες τον άντρα σου. Τόσο καλό παιδί!
Κόρη: .................... Δεν τον άφησα εγώ, ΑΥΤΟΣ με άφησε!
Ελληνίδα Μάνα: .. Τον άφησες να σ' αφήσει, και τώρα βγαίνεις έξω με τον καθένα.
Κόρη: ..................... Δε βγαίνω με τον καθένα. Μπορώ να σου φέρω τα παιδιά;
Ελληνίδα Μάνα: ...Εγώ δε σ' άφησα ποτέ για να βγω έξω με κανέναν άλλο παρά με τον πατέρα σου.
Κόρη: ................ Ναι, αλλά έκανες ένα σωρό πράγματα που δεν τα κάνω εγώ.
Ελληνίδα Μάνα: ....Τώρα τι υπονοείς;
Κόρη: Τίποτα. ........Θέλω απλά να μου πεις αν μπορείς να κρατήσεις τα παιδιά απόψε.
Ελληνίδα Μάνα: ... Θα περάσεις τη νύχτα μαζί του; Τι θα πει ο άντρας σου άμα το μάθει;
Κόρη: ................ Ο ΠΡΩΗΝ άντρας μου εννοείς! Δε νομίζω πως θα τον νοιάξει. Από τότε που έφυγε από το σπίτι, αμφιβάλλω αν κοιμήθηκε ποτέ μόνος !
Ελληνίδα Μάνα: .... ʼρα λοιπόν θα κοιμηθείς στο σπίτι αυτουνού του χαμένου;
Κόρη: ....................... Δεν είναι χαμένος.
Ελληνίδα Μάνα: ..... Όποιος άντρας βγαίνει με μια χωρισμένη με παιδιά είναι χαμένος και παράσιτο.
Κόρη: ................. Κοίτα, δε θα το συζητήσω. Να τα φέρω τα παιδιά από κει ή όχι;Ελληνίδα Μάνα: ......Aμοιρα παιδάκια μου με τέτοια μάνα.Κόρη: .................. Τι εννοείς με ΤΕΤΟΙΑ μάνα;;;
Ελληνίδα Μάνα: ....Χωρίς σταθερότητα. Εμ, γι' αυτό έφυγε ο άντρας σου.Κόρη: .................. Μα ακούς τι λες; Είσαι απαράδεκτη! Δε ντρέπεσαι!Ελληνίδα Μάνα: .....Μη μου φωνάζεις εμένα! Πάω στοίχημα ότι κι αυτουνού του χαμένου έτσι του φωνάζεις!
Κόρη: ................ Μπα, τώρα ανησυχείς για τον χαμένο;
Ελληνίδα Μάνα: .... Ααα, βλέπεις που το παραδέχεσαι πως είναι χαμένος; Το ήξερα εγώ!
Κόρη: ................ Μαμά κλείνω.
Ελληνίδα Μάνα: ..... Κάτσε παιδί μου! Μη κλείνεις! Τι ώρα θα μου φέρεις τα παιδιά;
Κόρη: .................. Ούτε θα σου τα φέρω, ούτε θα βγω έτσι που μ' έσκασες!
Ελληνίδα Μάνα: ..... Μα βρε παιδάκι μου, άμα δε βγαίνεις ποτέ έξω, πώς θα γνωρίσεις κανένα καλό παιδί;
===============================================

Ένας τύπος μπαίνει σε ένα φαρμακείο με σηκωμένο το χέρι του και την παλάμη του ανοικτή.
Ο φαρμακοποιός τον ρωτάει:
- «Θέλετε κρέμα για τα χέρια»;...
- «Όχι», απαντάει ο πελάτης. «Θέλω πέντε βιάγκρα γιατί το βράδυ περιμένω κάτι Ρωσίδες».
Ο φαρμακοποιός του δίνει τα χάπια και ο πελάτης φεύγει.
Την άλλη μέρα εμφανίζεται πάλι ο πελάτης στο φαρμακείο με σηκωμένο το χέρι του και την παλάμη του ανοικτή. Ο φαρμακοποιός τον ρωτάει:
- «Θέλετε πάλι βιάγκρα»;
Και ο πελάτης:
«Όχι, κρέμα για τα χέρια, δεν ήρθαν οι Ρωσίδες»!
=====================================

Το λεωφορείο του ΚΤΕΛ γεμάτο επιβάτες ξεκινάει και αρχίζει να κατηφορίζει το δρόμο. Από πίσω τρέχει κάποιος προσπαθώντας να το προλάβει.
- "Σιγά μην σταματήσει ο οδηγός να σε πάρει!" του φωνάζει ένας από το λεωφορείο.
- "Το ξέρω!" φωνάζει ο άλλος τρέχοντας.
- "Τότε γιατί τρέχεις;"
- "Γιατί εγώ είμαι ο οδηγός!!"
===========================

Μία μέρα καθώς η Μαρία καθάριζε στη σοφίτα του σπιτιού, βρήκε ένα μικρό κουτί... Περίεργη το άνοιξε και βρήκε 3 αυγά και 10.000 ευρώ. Λίγο καχύποπτη ρωτάει τον άνδρα της, με τον οποίο ήτανε 25 χρόνια παντρεμένοι, για το κουτί.
- Α, αυτό, λέει ο άνδρας της. Κάθε φορά που σε κεράτωνα έβαζα ένα αυγό στο κουτί.
Η Μαρία στεναχωρήθηκε, αλλά σκέφτηκε ότι 3 απιστίες σε 25 χρόνια γάμου δεν ήταν και τόσες πολλές.
- Και τι είναι τα 10.000 ευρώ; Ρωτάει ξανά.
- Α, κάθε φορά που μάζευα 12 αυγά, τα πούλαγα !
=====================================================

Μια ξανθιά, μια μελαχρινή και μια κοκκινομάλλα δουλεύουν σε ένα γραφείο όπου η διευθύντρια είναι γυναίκα. Κάθε μέρα η διευθύντρια φεύγει νωρίς, οπότε κάποια μέρα λέει η μελαχρινή:
- Ρε κορίτσια, δε φεύγουμε κι εμείς νωρίς αύριο; Έτσι κι αλλιώς δε θα το καταλάβει!
Πράγματι την άλλη μέρα φεύγει η διευθύντρια και αμέσως μετά φεύγουν κι αυτές.
Η μελαχρινή πάει στο σπίτι της και καταπιάνεται με τον κήπο της, η κοκκινομάλλα πηγαίνει σε ένα μπαρ και η ξανθιά πάει και αυτή στο σπίτι της όπου όμως βρίσκει τον άντρα της να κάνει έρωτα με τη διευθύντρια. Σιγά-σιγά και χωρίς να την καταλάβουν η ξανθιά φεύγει από το σπίτι και γυρίζει πίσω την ώρα που σχολάει κάθε μέρα.
Την άλλη μέρα λέει η μελαχρινή στην ξανθιά:
- Ωραία ήταν χθες! Να το ξανακάνουμε.
- Όχι, όχιιιι! Εμένα παρά λίγο να με πιάσουν
======================================

Πάει ένας γέρος 97 χρονών σε γνωστή Ασφαλιστική εταιρεία και λέει στον ασφαλιστή:
- "Καλημέρα παιδί μου. Θα ήθελα να κάνω μια ασφάλεια ζωής."
Απορημένος ο ασφαλιστής, ρωτάει:
- "Συγγνώμη για την αδιακρισία, αλλά τι θα την κάνετε την ασφάλεια ζωής;"
- "Ξέρεις παιδί μου, θα ταξιδέψω με τον πατέρα μου στην Ευρώπη."
Ακόμη πιο απορημένος ο ασφαλιστής, ρωτάει:
- "Και πάλι συγγνώμη, αλλά πόσο χρονών είναι ο πατέρας σας;"
- "127."
- `127; Και τι θα κάνετε στην Ευρώπη;"
Απαντάει ο παππούς:
- "Θα πάμε στον γάμο του παππού μου."
Σοκαρισμένος πια ο ασφαλιστής, ρωτάει:
- "Και πόσο χρονών είναι ο παππούς σας;" -
"Είναι...Α! 150."
Και ο ασφαλιστής, περιμένοντας να ακούσει ο,τιδήποτε πια, ρωτάει:
- "Μα καλά, του παππού σας σ`αυτήν την ηλικία του ήρθε να παντρευτεί;"
- "Χαζομάρες μωρέ, τον πιέζουν οι γονείς του!"
========================================
- Τι κάνει μια ξανθιά ξαπλωμένη σε ένα χωράφι;
- Tην καλλιεργημένη

======================================
Δύο φίλοι:
- Μετά από 20 χρόνια γάμου είμαι ακόμα ερωτευμένος με την ίδια κοπέλα
- Καταπληκτικό!
- Ελπίζω μόνο να μην το μάθει η γυναίκα μου...

=========================================

Eνας μεθυσμένος σταματάει ένα ταξί!
- Ελεύθερος;
-Ναι!
-Χορεύουμε
Αφήγηση: Πέτρος Σμάνης
====================================================
Οι πειρατές......
Δυο πειρατές κάθονται και συζητάνε στην κουπαστή του πλοίου αφού έχουν κατεβάσει από μια νταμιτζάνα ρούμι ο καθένας...
- Ρε συ κοκκινοτρίχη Τζακ, να σε ρωτήσω κάτι...το δεξί σου πόδι σου πως το έχασες;
- Αστα...καρχαρίας! Μια δόση κάνουμε ρεσάλτο σε ένα Αγγλικό εμπορικό, πιάνω το σχοινί και πάω να πηδήσω, αλλά γλιστράω και πέφτω μέσα στην θάλασσα...ε, μέχρι να με βγάλουν, μου έφαγε ο καρχαρίας το πόδι και τώρα είμαι με το ξύλινο...
- Μάλιστα...καλά και το αριστερό σου πόδι πως το έχασες;
-Αστα...κροκόδειλος! Έχουμε αποβιβαστεί στην Κούβα και εκεί που κάνουμε πλιάτσικο σε κάτι χωριά μέσα στα έλη, μου την πέφτει ο κροκόδειλος...έτρεξα αλλά δεν είχα συνηθίσει το ξύλινο πόδι βλέπεις...
- Πωωω τι έχεις τραβήξει ρε άνθρωπε...καλά και τον γάντζο στο χέρι; πως τον απέκτησες;
- Αστα...Βαρέλι...
- Βαρέλι;
- Ναι, ναι βαρέλι....είχε τρικυμία θυμάμαι και ήμουν στα αμπάρι, σπανέ τα δεητικά του φορτίου και ένα βαρέλι μου πλάκωσε το χέρι...πήγα να το αποφύγω αλλά δεν είχα συνηθίσει τα δυο ξύλινα πόδια βλέπεις...
- Έλα ρε συ.. και το μάτι σου πως το έχασες και το έχεις καλυμμένο;
- Αστα...τσίμπλα!
- Τσίμπλα;;;!!!
- Ε δεν είχα συνηθίσει τον γάντζο βλέπεις....

======================================
Η Δημοσιογράφος και η... αρκούδα
Μία δημοσιογράφος αποφασίζει να κάνει μία έρευνα για τα απομακρυσμένα χωριά της Ελλάδας.
Μία μέρα λοιπόν και ενώ βρίσκεται σε ένα ορεινό δρόμο μένει το αυτοκίνητο της. Κοιτάει γύρω της και βλέπει έναν βοσκό, του εξηγεί την κατάσταση και του ζητάει να την σπρώξει, εκείνος την σπρώχνει και το αυτοκίνητο παίρνει μπροστά, αυτή κατεβαίνει αμέσως και δεν ξέρει πως να τον ευχαριστήσει.
- Κάτι μπορείς να κάνεις, λέει ο βοσκός όλο νόημα και της κλείνει το μάτι.
- Μα τι λες; λέει αυτή δεν γίνονται αυτά τα πράγματα.
Ο βοσκός επιμένει, αυτή συνεχίζει να αρνείται ώσπου κάποια στιγμή το σκέφτεται πιο ψύχραιμα. 'Μόνοι μας είμαστε', λέει από μέσα της, 'ο βοσκός είναι παιδαράς, άσε που θα είναι και πιο εμπεριστατωμένη η έρευνά μου.'
Οπότε πάνε πίσω από έναν θάμνο, κάνουν τι κάνουν και κάποια στιγμή σηκώνονται.
- Πω πω, λέει η κυρία όλο έκσταση. Πώς το κάνεις έτσι;!
- Έλα τώρα, λέει ο βοσκός τινάζοντας τα χώματα από πάνω του, δεν ήταν τίποτα!-
Μα τι λες, λέει η κυρία δεν μου το έχουν κάνει ποτέ έτσι, έλα να σε πάρω μαζί μου στην Αθήνα.
- Δεν έρχομαι, λέει ο βοσκός, δεν μου αρέσει η Αθήνα, εγώ την έχω καταβρεί εδώ στη φύση με τα προβατάκια μου.
- Μα τι λες, λέει η κυρία, τώρα που σε βρήκα δεν σε αφήνω.
- Κοίτα να δεις, λέει ο βοσκός, αν θέλεις πάρε το αδελφό μου. Αυτουνού του αρέσει η Αθήνα.
- Τον αδελφό σου!!!;;; Και δεν μου λες, ο αδελφός σου το κάνει όπως και εσύ;
- Δεν ξέρω αν το κάνει όπως και εγώ, λέει ο βοσκός, πάντως πέρυσι πήδηξε μία αρκούδα και ακόμη μας φέρνει μέλι!!!!
-----------------------------------------------------------------------
Δεν είχε… φόβο!

Ήταν μέσα στο αυτοκίνητο ένα ζευγάρι και τρέχανε με 60 χλμ.... Κάποια στιγμή λέει η γυναίκα:
- Μήτσο μου το ξέρω ότι είμαστε παντρεμένοι εδώ και 20 χρόνια αλλά θέλω διαζύγιο...
Ο Μήτσος δεν λέει τίποτα απλά αυξάνει ταχύτητα και φτάνει τα 70.Η γυναίκα συνεχίζει:
- Θέλω να χωρίσουμε επειδή τα έχω με τον καλύτερο φίλο σου και είναι και καλύτερος εραστής...Ο
Μήτσος αρχίζει και θυμώνει άλλα δεν λέει τίποτα, απλά αυξάνει ταχύτητα και φτάνει τα 80χλμ. Η γυναίκα του συνεχίζει...
- Θέλω το σπίτι και τα παιδιά...Ο
Μήτσος δεν μιλάει και αυξάνει ταχύτητα στα 90 χλμ....
- Θέλω όλες τις καταθέσεις και όλες τις πιστωτικές...
Ο Μήτσος φουλάρει στα 100 και κατευθύνεται προς ένα τοίχο, οπότε απορημένη η γυναίκα του τον ρωτάει...
- Εσύ Μήτσο δεν θέλεις τίποτα;
Και εκείνος απαντάει λίγο πριν χτυπήσουν τον τοίχο...
- Έχω όλα όσα χρειάζομαι.- Τι έχεις Μήτσο;- Τον αερόσακο!!!!

Δεν υπάρχουν σχόλια: